будуар - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

будуар - translation to πορτογαλικά

КОМНАТА, ПРИНАДЛЕЖАЩАЯ ЖЕНЩИНЕ, ГАРДЕРОБ ИЛИ СПАЛЬНЯ
  • Марии Александровны]]

будуар      
saleta (f), boudoir (m)
quarto de senhora      
будуар
quarto de senhora      
будуар

Ορισμός

будуар
БУДУ'АР, будуара, ·муж. (·франц. boudoir) (·устар.) Туалетная, она же приемная дамская комната в богатом доме.
| Обстановка, мебель такой комнаты. Продается будуар красного дерева.

Βικιπαίδεια

Будуар

Будуа́р (фр. boudoir) — комната, принадлежащая женщине: ванная, гардероб, кухня и/или спальня.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για будуар
1. Восстановлены комнаты - библиотека хозяина и будуар.
2. Зрителям, правда, пока демонстрируется лишь один будуар.
3. А у модницы Наташи (15 лет) - настоящий будуар...
4. Как ни крути, партсъезды здесь выглядят логичнее, чем будуар Графини.
5. Не пускали их лишь в будуар, предназначенный для випов.